υποσκάπτομαι

υποσκάπτομαι
υποσκάπτομαι, (υποσκά[φ]τηκα) βλ. πίν. 90
——————
Σημειώσεις:
υποσκάπτομαι : σπάνια η χρησιμοποίηση του αορίστου.

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”